Μουσείο

 

 

Ο Εορδός Μαύρος Χρυσός
  Τα Λιγνιτωρυχεία πριν τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο
  Ανασταλτικά αίτια και οι πρώτες ουσιαστικές Κρατικές κινήσεις
  Η Συνδικαλιστική Κίνηση πριν τα Έργα(1945–50)
  Ο ρόλος της UNRRA στην ανάδειξη του Εορδού λιγνίτη
  1950–1957: Τα χρόνια που άλλαξαν τη μορφή του τοπίου
  Η επομένη μέρα

 

 

 

Τρίτη 9 Οκτωβρίου  του 2001. Βρισκόμουν έξω από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Βερροίας. Λίγο πριν περάσω την πύλη του, αντίκρισα το γνωστό αποκαρδιωτικό θέαμα. Εκατοντάδες ευρήματα στοιβαγμένα στο αίθριο του ιδρύματος, εκτεθειμένα στις κάθε λογής καιρικές συνθήκες. Το συναντάς άλλωστε σχεδόν σε κάθε ανάλογο χώρο. Αναμένουν μέρες, μήνες, ίσως και χρόνια, σαν φοβισμένοι δούλοι στα παζάρια του κόσμου να μάθουν την τύχη τους. Μήπως και κάποια στιγμή  τους δοθεί κάποια καλύτερη σειρά προβολής, στους απαράδεκτους, συνήθως, χώρους των εν Ελλάδι Μουσείων. Κοντολογίς, η ιστορία πεταμένη σε ένα στρέμμα οικόπεδο. Στο βάθος ο αρχαιολόγος. Μεταφέρει μια επιγραφή από τις Πέτρες του Αμυνταίου, κομψή και με λαξευτό διακοσμητικό αέτωμα στο άνω τμήμα. Τρέχοντας σχεδόν, τον προλαβαίνω και την παίρνω στα χέρια μου. Μικρή σχετικά(33Χ23), με βάζει στον πειρασμό να διαβάσω τις πρώτες σειρές:

 

Γλαύκα Λ(ο)υκίου Εορδαία εδωρήσατο….

 

Φευγαλέες σκέψεις ερεθίζουν την σκέψη μου. Πόσα άραγε millennium να έχει περάσει θαμμένη, χωρίς να «βιώσει» τυμπανοκρουσίες και φανφάρες, πυροτεχνήματα και show΄s, όπως τα «χρηστά ήθη των συγχρόνων βαρβάρων επιβάλουν; Φυσικά, έχοντας πάντα για σκέπη τις προσχώσεις και πιθανή κρηπίδα τα λιγνιτοφόρα στρώματα. Κακά τα ψέματα, η Ιστορία αποτελεί το πιο επικίνδυνο επιστητό και πάντα φροντίζει η ανά την υφήλιο καθεστηκυία τάξη να την κρατά, είτε ως επτασφράγιστο μυστικό, είτε να την ξαναγράφει κατά το δοκούν. Έτσι παραδίδεται σε μας ενδεδυμένη με λαμπερή, αλλά από δεύτερο χέρι βαφής–επεξεργασίας, πορφύρα.

Με μια πρώτη ματιά, το παραπάνω κείμενο δεν συνδέεται με το θέμα που προαναγγέλλεται στον τίτλο του άρθρου. Πολύ περισσότερο όταν αναφέρεται στην κλασική μορφή της Ιστορίας, σε αντίθεση με τον εξειδικευμένο και ταπεινό λόγο του λιγνίτη. Εντούτοις θεώρησα σκόπιμο να κάνω αυτή την εισαγωγή, γιατί από τη μια η παραμέληση στην αξιοποίηση και  καταγραφή αμφοτέρων, είναι απλώς οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος και από την άλλη(και εδώ είναι το ομολογουμένως ενδιαφέρον), η Εορδαία παρουσιάζει το μοναδικό φαινόμενο να ταυτίζει την γενικότητα με την εξειδίκευση, τη σύγχρονη πορεία της με την εργατική, το ταξίδι της στο παρόν και στο βραχυπρόθεσμο, τουλάχιστον, μέλλον, με την βιομηχανική της ανάπτυξη και τον μόχθο των εργατών. Αυτό λοιπόν το παράδοξο συνέβη στον τόπο μας και άλλαξε την εικόνα της χώρας στον    Κ΄  αιώνα, όταν ο λιγνίτης της περιοχής μας, με την μορφή της μπριγκέτας, διεκδίκησε μια θέση στη ζωή μας. Απαιτώντας επάνω του τα φώτα της δημοσιότητος. Κι όταν συνέβη αυτό, τα πάντα άλλαξαν. Έτσι απλά, σαν να έσβησε κάποιος το πριν με μια μαγική μονοκοντυλιά. . . . .!!

 

Τα Λιγνιτωρυχεία πριν τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο

Τα Λιγνιτωρυχεία πριν τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο

 

 

 

Η ύπαρξη λιγνιτοφόρων κοιτασμάτων, είχε διαπιστωθεί ήδη από τα χρόνια της Οθωμανοκρατίας. Αναμφίβολα, όμως, δεν υπήρχαν την περίοδο εκείνη οι δυνατότητες, με τα όποια διαθέσιμα μέσα, ώστε να πραγματοποιηθούν κάποιες απόπειρες προς εξακρίβωση της εκτάσεως και της ποσότητος των αποθεμάτων. Πολύ περισσότερο, δε μπορούσε να γίνει λόγος για ουσιαστική αξιοποίησή τους.

Πλην, όμως, υπήρξε μια προσπάθεια, η οποία συνέπεσε με το τέλος αυτής της εποχής. Αναφερόμαστε στον εκ Βοΐου ορμώμενο και πρωτοπόρο στον τομέα αυτό Νικόλαο Διαμαντόπουλο(1878–1961). Όπως ο ίδιος αναφέρει, είχε υποβάλει αίτηση προς παραχώρηση αδείας μεταλλευτικών ερευνών, στις 30 Οκτωβρίου του 1911. Αμέσως μετά την απελευθέρωση των «Νέων Χωρών», έπειτα από τους Βαλκανικούς του 1912–13 και συγκεκριμένα  το 1914, έχουμε την πρώτη σχετική με το υπέδαφος της περιοχής κρατική αναφορά. Σ΄ αυτήν μαρτυρείται η ανακάλυψη πετρελαϊκών πηγών(;!!) και λιθανθράκων στο χωριό «Κιοσλούκιοϊ(Καρυοχώρι) ». Ωστόσο στην ίδια πηγή σημειώνεται, ότι η δυσκολία παροχής αδειών αποτελεί τροχοπέδη για την εκμετάλλευσή τους. Κι αν στα επόμενα δέκα χρόνια, δεν έχουμε σημαντικές εξελίξεις πάνω σ΄ αυτό το θέμα(λόγω της έκρυθμης στρατιωτικής και πολιτικής καταστάσεως), οπωσδήποτε το 1925 βρίσκει σε εξέλιξη τις πρώτες ανάλογες δραστηριότητες, από τους Γεώργιο Παυλίδη(1899–1947) και Κωνσταντίνο Αδαμόπουλο και το αργότερο το 1928 από τον προαναφερόμενο Ν. Διαμαντόπουλο. 

Σε λεύκωμα του 1927 για την Πτολεμαΐδα και πέραν του Κοσλούκιοϊ(Καρυοχωρίου), αναφέρονται ως λιγνιτοφόρες διάφορες εκτάσεις πλησιόχωρες των χωρίων Καραμπουνάρ(Μαυροπηγή), Δορουτλάρ(Προάστιο) και Τζαλτζιλάρ(Φιλώτας).

Τρία χρόνια αργότερα έκδοση του Νομού Κοζάνης με αφορμή την εκατονταετηρίδα του Ελληνικού Κράτους, προσθέτει στον προαναφερόμενο «κατάλογο» τον Κόμανο και το Ναλμπάνκιόϊ(Περδίκα). Αργά αλλά σταθερά ανακαλύπτονταν, οι ψηφίδες που συνθέτουν το ορυκτολογικό μωσαϊκό του λεκανοπεδίου των Εορδών.

Παρά τα παραπάνω, δεν είναι απόλυτα γνωστό το ακριβές καθεστώς με το οποίο, τουλάχιστον οι Παυλίδης–Αδαμόπουλος, εκμεταλλεύονταν τον λιγνίτη της περιοχής πριν το 1930. Είναι διαπιστωμένο, βέβαια, πως είχε υποβληθεί, ήδη, από το 1925, αίτηση για παροχή αδείας μεταλλευτικών ερευνών στην περιοχή του Προαστίου και το 1929 για οριστική παραχώρηση των μεταλλείων. Εν τέλει, ένα χρόνο μετά την δευτέρα υποβολή τους, χορηγείται το πολυπόθητο έγγραφο, που πάντως ικανοποίησε μόνο το παλαιότερο αίτημα, δηλαδή τις μεταλλευτικές έρευνες. Όπως και να΄χει, είναι επιβεβαιωμένη από διάφορα στοιχεία, η προ του 1930 εκμετάλλευση των κοιτασμάτων. Τραγικότερο όλων αυτών ένα εργατικό ατύχημα, το οποίο συνέβη σε κάποια απ΄ τις λιγνιτικές στοές με άγνωστη κατάληξη. Καταγράφεται ως είδηση στην «ΕΠΑΡΧΙΑΚΗ ΦΩΝΗ(φ. 18ης Αυγούστου του 1929)».

Είκοσι χρόνια μετά την έκδοση της εν λόγω αδείας, ο Αδαμόπουλος και οι κληρονόμοι του Παυλίδη, θα παραχωρήσουν στην εταιρία ΑΒΕΟΚ τα λιγνιτωρυχεία. Η αναφερομένη στην σύμβαση έκταση, αφορούσε τα ίδια όρια που σημειώνονται στο σχετικό έγγραφο του 1930. Προφανώς δεν επεκτάθηκε ποτέ, η όποια από τότε δικαιοδοσία τους.

Ποια ήταν, όμως, ή ίδια η λειτουργία αλλά και η απόδοση των πρώτων αυτών λιγνιτωρυχείων; Τα στοιχεία καταδεικνύουν πως παρά το ελάχιστο προσωπικό που απασχολούσαν, αναλογικά με άλλες επιχειρήσεις, οι εξωρύξιμες ποσότητες δεν θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν αμελητέες. Για το 1929 δηλώνονται από τα λιγνιτωρυχεία Παυλίδη–Αδαμοπούλου 1.445 τόνοι, τέσσερα χρόνια αργότερα θα φθάσουν τους 3.718 και το προσωπικό τους τα εννέα άτομα, ενώ το 1937 τους 6.595, έχοντας πια στη δούλεψη τους σαράντα, περίπου, εργάτες. Είναι, λοιπόν, σαφές, πως με τα χρόνια οι ανάγκες μεγάλωναν και δεν αντιμετωπίζονταν χωρίς επιπλέον προσλήψεις. Τέλος το 1947, χρονιά κατά την οποία πεθαίνει ο Παυλίδης, η δηλωθείσα παραγωγή θα φτάσει τους 9.700 τόνους. Η αντίστοιχη απόδοση του Ν. Διαμαντόπουλου(αν και δεν υπάρχουν ολοκληρωμένα στοιχεία), καταγράφεται το 1933 στους 596 τόνους(Καρυοχώρι)+200(Καλδάδες{Προσήλιο Σερβίων}), το όλον 796,  τους 2.603(Μαυροπηγή) για το 1935, ενώ πέφτει στους 1.500 το 1947. Εάν αυτά τα νούμερα δεν λεν τίποτα στον μη εξειδικευμένο επί του θέματος αναγνώστη, παραθέτουμε τη σχέση απόδοσης λιγνίτη ανά εργάτη σε διάφορα ανά την Ελλάδα ορυχεία, με βάση στοιχεία του 1933.

 

Πίνακας 1: Σχέση απόδοσης λιγνίτη ανά εργάτη κατά το 1933

 

Επωνυμία Επιχειρήσεως

Σχέση αποδόσεως λιγνίτη ανά εργάτη

Γ. Παυλίδη –Αδαμοπούλου                                         

413  τόνους /εργάτη

Αν. εταιρία χημικών προϊόντων και λιπασμάτων(Κορώνη)                                                         

106  τόνους /εργάτη

Αν. εταιρία χημικών προϊόντων και λιπασμάτων(Ωρωπός)                                               

101  τόνους /εργάτη

Χ. Παπανδρέου(Καλάβρυτα)                                

50   τόνους /εργάτη

Κ. Χατζηδήμος(Σέρρες)                                   

18,3 τόνους /εργάτη

Σ. Τράκας(Εύβοια)                                     

13,5 τόνους /εργάτη

 

Δυστυχώς τα στοιχεία που έχουμε στην διάθεση μας, δίνουν αριθμούς προσωπικού μόνο για το έτος 1933 και χωρίς να εντάσσεται σ΄ αυτά η επιχείρηση του Ν. Διαμαντοπούλου.

 

 

Ανασταλτικά αίτια και οι πρώτες ουσιαστικές Κρατικές κινήσεις

Ανασταλτικά αίτια και οι πρώτες ουσιαστικές Κρατικές κινήσεις

 

 

 

Η πριν το πόλεμο διάθεση του εν Ελλάδι ανθρακοειδούς πλούτου, περιορίζονταν σε οικιακή ή μερική βιομηχανική χρήση και σε περιφερειακό, συνήθως, επίπεδο. Παρόμοια επηρεάζονταν και η έρευνα για την εύρεση και συστηματική εκμετάλλευσή του. Ο βασικότερος των λόγων δεν ήταν άλλος, από την σε σημαντικό βαθμό ύπαρξη στην αγορά του Βρετανικού λιθάνθρακα, πλουσιοτέρου άλλωστε σε απόδοση θερμίδων. Εντούτοις παρά τις προαναφερόμενες συνθήκες, οι οποίες, τότε, αποτελούσαν αναμφίβολα ανασταλτικό παράγοντα, η εποχή του Μεσοπολέμου υπήρξε το εφαλτήριο για την κρατική έρευνα στην περιοχή. Για άλλους, μάλιστα, η απαρχή ενός καινούργιου κόσμου για το λεκανοπέδιο της Εορδαίας και γιατί όχι για όλη την Ελλάδα. 

Σημαντικό ρόλο εδώ, έπαιξε η προτεραιότητα που έδωσε στο ενεργειακό ζήτημα το καθεστώς Μεταξά. Βέβαια σχετικές Κρατικές κατευθύνσεις προς αύξηση της παραγωγής εντοπίζονται, ήδη, από το 1933. Ωστόσο είναι χαρακτηριστικό στοιχείο για την αξία του πράγματος, η λανθασμένη εκτίμηση που είχε πραγματοποιήσει το Ανώτατο  Οικονομικό Συμβούλιο του Κράτους, για την ποσότητα των αδιαμφισβήτητων και άμεσα εκμεταλλευσίμων κοιτασμάτων: Μόλις 200.000 τόνοι!!

Πραγματικές εξελίξεις στο θέμα, είχαμε πέντε χρόνια αργότερα, το 1938, όταν και θα καταφθάσει στη χώρα μας ο καθηγητής K. F. Kegel. Ο τελευταίος προσεκλήθη  επίσημα από τους κρατούντες, για ανάλογες έρευνες σε εθνικό επίπεδο. Διδάκτωρ ο ίδιος του Πανεπιστημίου του Bergakademie της Freiberg του Saar και διευθυντής του Ινστιτούτου Λιγνίτη Braunkohlen – Forschungs – Institut, υπήρξε για την εποχή του, αλλά και την πατρίδα μας, το κατάλληλο πρόσωπο την σωστή ώρα.

Με πρωτοβουλία του, λίγο μετά το πέρας των ερευνών του,  θα αποσταλεί ποσότητα 180 τόνων Εορδαϊκού λιγνίτη στην Γερμανία. Η ενέργεια αυτή, αποσκοπούσε στο να προσδιοριστεί το κατά πόσο ήταν εφικτή η βιομηχανική αξιοποίηση του. Τα αποτελέσματα έδωσαν αν μη τι άλλο, έναν εξαιρετικά αισιόδοξο τόνο στο απογοητευτικό τοπίο που διαμόρφωναν οι απόπειρες για εξεύρεση ενεργειακών πόρων και οι οποίες για χρόνια απέβαιναν άκαρπες, ενόψει και του επερχομένου πολέμου.

Οι μελέτες αυτές δημοσιεύθηκαν σχετικά γρήγορα, το 1939.  Πιστοποιούσαν δε την τεράστια συσσώρευση, η οποία με επιφυλάξεις υπολογίζονταν στους 6 δισεκατομμύρια τόνους. Ένα νούμερο πολύ πιο αισιόδοξο, από τα σημερινά αρχικά εκμεταλλεύσιμα αποθέματα τα οποία τοποθετούνται στο «ύψος» των 2.9 δισεκατομμυρίων τόνων. Ο χρόνος θα δείξει, εάν εκείνος ο αείμνηστος καθηγητής θα επιβεβαιωθεί ή όχι.

Την ίδια χρονιά, υπογράφεται σύμβαση με τον Ελληνοαμερικάνο νομικό Γεώργιο Φίλη. Με αυτήν του παραχωρείται δικαίωμα αναζητήσεως και εκμεταλλεύσεως του λιγνίτη(κηρύσσεται έκπτωτος το 1940, κατορθώνει όμως να την ενεργοποιήσει ξανά το 1946).  Πάντως η φιλόδοξη εκείνη προσπάθεια σταμάτησε για πολλά χρόνια, αφού την πρόλαβαν τα γεγονότα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Θα ξαναγίνει λόγος για αυτήν μετά την τραγική εκείνη περίοδο, που για την χώρα μας πρακτικά παρατάθηκε, τουλάχιστον, μέχρι το 1949 λόγω του εμφυλίου.

 

Η Συνδικαλιστική Κίνηση πριν τα Έργα(1945–50)

Η Συνδικαλιστική Κίνηση πριν τα Έργα(1945–50)

 

 

Ήταν τέτοιες οι Εθνικές και βιοτικές συνθήκες από το 1922 έως και το 1945, απόρροια άλλωστε των διαφόρων ιδεολογικών κινημάτων και προβλημάτων, ώστε οποιαδήποτε εργατική οργάνωση να αντιμετωπίζεται από τις Αρχές, τουλάχιστον με επιφυλακτικό τρόπο. Μάλιστα στα ψήγματα ειδήσεων που με δυσκολία ανακαλύπτει κανείς, οι περισσότερες των περιπτώσεων αφορούν Εμπορικές ή Συνεταιριστικές οργανώσεις μεγάλων κοινοτήτων της Εορδαίας, όπως η Βλάστη ή το Εμπόριο. Εδώ αξίζει να γίνει μνεία ως πρωτοπόρων του Εμπορικού Συλλόγου Πτολεμαΐδος του 1923 και του εξαιρετικά βραχυβίου Προσφυγικού Ιερατικού Συνδέσμου Καϊλαρίων του 1924.

Με την λήξη, όμως, της Ναζιστικής Κατοχής και μέχρι την έναρξη των κοινοβουλευτικών συζητήσεων του 1950(άτυπη ημερομηνία/ ορόσημο), αρχίζουν να  εμφανίζονται δειλά δειλά οι πρώτες αμιγώς εργατικές οργανώσεις. Αν και η σχετική έρευνα είναι σε εξέλιξη, της περιόδου αυτής  επιβεβαιωμένα είναι τα σωματεία : α΄) Φορτοεκφορτωτών «Η Μεγάλη Ελλάς» του 1945, το οποίο συνέχιζε μέχρι και πριν λίγα χρόνια με την ονομασία «Ο Άγιος Γεώργιος», β΄) η Ένωση Πρακτικών Διπλωματούχων Μηχανικών(πιθανόν του ιδίου έτους), γ΄) ο Σύνδεσμος Συνεταιριστικών Υπαλλήλων του 1946, σωματείο που ακόμη υφίσταται και δ΄) οπωσδήποτε το των Οικοδόμων Τεχνιτών Εργατών «Η Πρόοδος», αφού η επανασύσταση του πραγματοποιήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου το 1953. Πιθανότατα και αυτό ανάγει την ίδρυσή του στο έτος 1945, ενώ σήμερα συνεχίζει την λειτουργία του με άλλη ονομασία.

Ωστόσο πρέπει να επισημανθεί, ότι την εποχή  αυτή τα πάντα λειτουργούν κάτω από το «άγρυπνο βλέμμα» των Σωμάτων Ασφαλείας. Είναι ενδεικτικό ότι στα πρακτικά της εποχής οι δραστηριότητες περιορίζονται σε εκλογή Δ. Σ. και διαδικασίες κατανομής αξιωμάτων και μόνο, κατάσταση που κατά τα φαινόμενα συνεχίστηκε για πολλά χρόνια μέσα στη δεκαετία του 50΄, σχεδόν όλο το διάστημα πριν την ίδρυση του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου.

 

Ο ρόλος της UNRRA στην ανάδειξη του Εορδού λιγνίτη

Ο ρόλος της UNRRA στην ανάδειξη του Εορδού λιγνίτη

 

 

Το Σεπτέμβριο του 1940 δημιουργείται κρατική επιτροπή για την αξιοποίηση του υπεδάφους της επαρχίας μας. Εντούτοις δεν μπόρεσε να εκπληρώσει τους στόχους, αφού τα τραγικά συμβάντα που συντάραξαν τον κόσμο ανέστειλαν, σχεδόν, τα πάντα και φυσικά τις εξελίξεις στο ζήτημα.

Ανακίνηση του ζητήματος, είχαμε περίπου ένα χρόνο μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και συγκεκριμένα  το 1946,  κάτω  από  την αιγίδα του νέου παγκοσμίου φορέα: του Ο. Η. Ε. Από τα πρώτα πράγματα που προσπάθησε να προωθήσει άμα τή ιδρύσει του, ήταν η ανασυγκρότηση των πληγέντων ανά των κόσμο εθνών, σε μια υφήλιο που έβγαινε καταβεβλημένη, πλην όμως ζωντανή. Κάτω από τις συγκυρίες αυτές λειτουργεί η U.N.R.R.A., ήτοι Οργανισμός Περιθάλψεως και Αποκαταστάσεως των Ηνωμένων Εθνών. Στα πλαίσια λοιπόν της τελευταίας, συνίσταται μια νέα επιτροπή στην χώρα μας τον Αύγουστο του 1946 υπό τον Ιωάννη Ζίγδη, η οποία 9 μήνες μετά εξέδωσε εξάτομο σχετικό έργο. Σ΄ αυτό, ειρήσθω εν παρόδω, καταγράφεται η κατάρριψη του κατασκευασμένου μύθου της «Ψωροκώσταινας». Σύμφωνα με τον τελευταίο, η χώρα μας εξ αιτίας της δήθεν μη αναστρέψιμης υλικής και ειδικότερα ενεργειακής πενίας, έπρεπε να σύρεται πίσω από το άρμα του κάθε πλανητάρχη, περιφερομένη στις πεδιάδες των ζωνών επιρροής που τότε διαμορφώνονταν.

Στις αρχές του ιδίου χρόνου η U.N.R.R.A. σε έκδοσή της με τον τίτλο «Ο Ορυκτός Πλούτος της Ελλάδος», αναφέρει πως τα υπολογιζόμενα κοιτάσματα έφθαναν το ύψος του ενός δισεκατομμυρίου τόνων. Είναι φανερό πως η περιοχή μας, ήδη, είχε ξεφύγει από κάθε μέτρο σύγκρισης, αναφορικά με οποιαδήποτε άλλη περιοχή της Ελλάδος. Από πολλούς πιστεύεται πως εσκεμμένα δεν λήφθηκαν υπόψη τα πορίσματα της προαναφερομένης επιτροπής. Επίσης πολλά έχουν λεχθεί περί οργανωμένων διώξεων επί προσωπικοτήτων που επιχείρησαν να προωθήσουν το ενεργειακό, ακόμα και για εκτελέσεις, και πιθανότατα ως ένα σημείο να υπάρχει βάση αληθείας. Εντούτοις, η περαιτέρω ανάπτυξη αυτού του θέματος, ξεφεύγει από τους ουσιαστικούς σκοπούς αυτού του άρθρου. Εκείνο πάντως που, μάλλον, δεν αμφισβητείται, είναι το γεγονός πως, πλέον, το λιγνιτικό από την περίοδο αυτή ξεφεύγει από τα στενά Εορδαϊκά όρια και αρχίζει να αναδεικνύεται σε εθνικό επίπεδο.     

 

1950–1957: Τα χρόνια που άλλαξαν τη μορφή του τοπίου

1950–1957: Τα χρόνια που άλλαξαν τη μορφή του τοπίου

 

 

Η δεκαετία του 50΄ υπήρξε η καθοριστική για τον λιγνίτη. Εν πρώτοις, όμως, έπρεπε να απεμπλακούν οι μέχρι τώρα εξουσιοδοτημένες επιχειρήσεις. Έτσι παρότι συνέχισαν να δραστηριοποιούνται στην περιοχή και άλλοι ενδιαφερόμενοι, όπως αυτοί της  Ενώσεως  «Αγια Βαρβάρα» ή ο Βαρβούτης, άρχισε να διαφαίνεται το επερχόμενο τέλος της εποχής των μικρών ιδιωτών στην εκμετάλλευση του «μαύρου», όπως αποκαλούνταν τότε,  «χρυσού». Οι νέες, τεράστιες ανάγκες, που απαιτούσαν ανάλογες δυνατότητες σε υποδομή προς εξόρυξη, δεν μπορούσαν να ικανοποιηθούν από ελάσσονες επιχειρηματίες. Έτσι δρομολογήθηκαν οι εξελίξεις, ώστε να παραμερισθούν οι από χρόνια λειτουργούσες στο χώρο εταιρίες. Επιπλέον η ενεργοποίηση της συμβάσεως Φίλη, καθιστούσε μονόδρομο για την απόκτηση δικαιωμάτων στην περιοχή, την εξαγορά της εταιρίας του Παυλίδη και Αδαμοπούλου. Τα πράγματα δε έγιναν πιο εύκολα, με τον πρόωρο χαμό του Παυλίδη το 1947.

Φτάνουμε έτσι στα 1950, οπότε έναντι πινακίου φακής και μικρού και μειοψηφικού, βέβαια, πακέτου μετοχών, η εταιρία των Παυλίδη–Αδαμοπούλου εντάσσεται στην «Ανώνυμη Βιομηχανική Εταιρία Ορυκτών Καυσίμων» κοινώς Α.Β.Ε.Ο.Κ. Η «συμβίωση», όμως, αυτή κατέστη βραχύβια, με αποτέλεσμα  να προσφύγουν σε  ένδικα μέσα. Στην τελευταία πράξη αυτού του δράματος, θα αποδώσουν και τα τελευταία δικαιώματα τους και συγκεκριμένα  στη ΛΙ.ΠΤΟΛ., μεταξύ των ετών 1955–57.

Από την άλλη στο εθνικό κοινοβούλιο, κυρίως κατά τα έτη 1950–51 και ενόψει της υπό ψήφιση συμβάσεως, διεξήχθη σκληρός σχετικός αγώνας. Αντικείμενο διαμάχης, το εάν θα έπρεπε να επιταχυνθεί η εγκατάσταση της επενδύσεως ή να συντελεσθεί αργότερα, και εάν θα έπρεπε το Αλιβέρι ή  η Χαλκίδα για παράδειγμα, να καρπωθούν την όποια αμερικάνικη επιχορήγηση σε βάρος της Πτολεμαΐδος. Φυσικά όλα αυτά, ενάντια σε κάθε λογική δημοσίου συμφέροντος. Στην εφημερίδα δε της Πτολεμαΐδος «Επαρχιακή Φωνή(φ. 1ης Ιουλίου 1950)»,  δημοσιεύεται  κείμενο επιτροπής αγώνος υπό τον δήμαρχο Φ. Καραφουλίδη. Το γεγονός αυτό, καταδεικνύει την ανησυχία των συμπατριωτών μας την συγκεκριμένη περίοδο, για την διαφαινομένη καθυστέρηση ή απώλεια των Έργων. Φαίνεται πως τα άσχημα νέα διαδίδονταν, έστω και με καθυστέρηση στην επαρχία, ως άλλη Πάραλος.

Τέλος πάντων, μετά πολλών κόπων και βασάνων, στις 24 Απριλίου του 1951 λυτρώνεται, προσωρινά, ο λαός της Εορδαίας Και αυτό καθώς επέρχεται η επικύρωση της σχετικής συμφωνίας. Ανάδοχος η Ελληνοαμερικανική εταιρία  «Γενικών Προϊόντων Λιγνίτη» των           Φίλη–Γκέρτσου.

Εντούτοις, σχεδόν, αμέσως, έγινε φανερό, πως ούτε αυτό το «κοντράτο» θα «περπατούσε»!! Τα Έργα καθυστερούσαν σημαντικά, με  προφανή σκοπό, την εκβιαστική επίτευξη καλύτερων όρων από την μεριά της αναδόχου. Το 1952 ο Ιωάννης Ζίγδης, ως υπουργός Βιομηχανίας, θέτει θέμα εκπτώσεως της. Η ίδια η πτώση, όμως, της κυβερνήσεως, αναστέλλει τις προσπάθειες του. Στη νέα κυβέρνηση ο Σπύρος Μαρκεζίνης, ως Υπουργός Συντονισμού,  θα επιχειρήσει να κινηθεί προς την σωστή κατεύθυνση και θα επισκεφθεί προσωπικά την Πτολεμαΐδα τον Φεβρουάριο του 1953. Μετά και την επιτόπια επιθεώρηση του και αφού έχει κατασταλάξει, αποκαλύπτει σιγά–σιγά τις κινήσεις του.  Εμπλέκει  κατ΄ αρχάς τον Μποδοσάκη, ως μοχλό πιέσεως απέναντι στην υπάρχουσα κατάσταση. Γρήγορα όμως και σε συνεργασία με τον γερμανικό οίκο KRUP, κερδίζει έδαφος η ιδέα της «εις αυτόν αναθέσεως».

Η εταιρία του, στις 20 Οκτωβρίου του 1953, καταθέτει για πρώτη φορά επίσημη πρόταση για την ανάληψη των Έργων. Ακολούθησαν άλλες δύο: στις 12 Μαΐου του 1954 και στις 24 Ιανουαρίου του 1955. Περιελάμβαναν την κατασκευή Εργοστασίου Αζωτούχων Λιπασμάτων, για την αξιοποίηση του πλεονάζοντος λιγνίτη. Τελικά, κατόπιν πολλών διαπραγματεύσεων τον Ιούλιο του 1955 κυρώνεται η σύμβαση και λύεται η προηγουμένη του 1951. Τα συμβάντα από εκεί και πέρα γνωστά: το 1956 αρχίζουν οι δοκιμές μπριγκετοποίησης. Παράλληλα ξεκινούν τα πρώτα προπαρασκευαστικά έργα, ενώ η μεγάλη μέρα της επισήμου τελέσεως των εγκαινίων πλησιάζει. Και όταν θα έρθει στις 26 Ιουλίου του 1957, τα πάντα γύρω θα αλλάξουν μονομιάς.

Μπροστά στο γεγονός αυτό καθ΄ εαυτό, η παρουσία του βασιλέως, των μελών της κυβερνήσεως και τόσων άλλων επιφανών φαντάζει σήμερα, απλά διακοσμητική και ελάσσονος σημασίας. Η Εορδαία, ο Νομός, αλλά και ολόκληρη η χώρα, άλλαξε σελίδα στην ιστορία της Βιομηχανικής της αναπτύξεως. Την ίδια χρονιά, θα επιτευχθεί και η τελική απεμπλοκή της Α.Β.Ε.Ο.Κ., κυρίως με την αποζημίωση του Αδαμοπούλου και των κληρονόμων του Παυλίδη.

Η ειρωνεία για τον ίδιο τον Μποδοσάκη είναι, πως όταν στα μέσα του Ιουνίου του 1959 οι πρώτοι καπνοί εξέπεμψαν, αυτός είχε χάσει, ήδη, την κυριότητα της ΛΙ.ΠΤΟΛ. Βλέπεται είχε, πια, δοθεί το 90% αυτής στην νεοσύστατη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού. Ένα χρόνο πριν, υπεγράφη η κατασκευή της Β΄ Θερμοηλεκτρικής Μονάδος, με ανάθεση σε Γαλλικό οργανισμό αυτή τη φορά. Τέλος στις 27 Οκτωβρίου ο Βασιλεύς Παύλος θέτει σε κίνηση την ζωή του Βιομηχανικού Πεδίου…Τα Θερμοηλεκτρικά Εργοστάσια ήταν μια πραγματικότητα.  

 

Η επομένη μέρα

Η επομένη μέρα

 

 

Το όλο νοητό και όχι μόνο τοπίο, είχε, αναμφίβολα, μετά τα Έργα αποκτήσει μια τελείως ξεχωριστή διάσταση. Οι αλλαγές που επήλθαν, βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα, ήταν σαρωτικές. Ο πληθυσμός της περιοχής  γνώρισε ήδη απ΄ τις αρχές τις δεκαετίας του 60΄ αλματώδη αύξηση, ενώ παράλληλα η οικιστική ανάπτυξη ήταν πρωτοφανής. Συνεχίστηκε δε με ανάλογο ρυθμό, έτσι, ώστε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 80΄, τα μικρά προσφυγόσπιτα(που αποτελούσαν το σήμα κατατεθέν της Πτολεμαΐδος) έτειναν, σχεδόν, να εκλείψουν, δίνοντας την θέση τους σε πολυώροφες πολυκατοικίες. Οι τελευταίες ήταν μονόδρομος,  προκειμένου να καλυφθούν οι ολοένα και αυξανόμενες ανάγκες. Οι επεμβάσεις στο γεωλογικό πεδίο ανάλογες. Δασικές εκτάσεις καταστράφηκαν. Υδάτινοι όγκοι όλων των ειδών απεστραγγίσθησαν. Πηγάδια, ιδίως σε χωριά πλησιόχωρα των λιγνιτοφόρων κοιτασμάτων, έκλεισαν. Γεωργικές εκτάσεις, συνήθως καπνοπαραγωγικές ή αμπελουργικές, απαλλοτριώθηκαν ή εγκαταλείφθηκαν. Η μεταβολή αυτή της μέχρι πρότινος αγροτικής τάξεως σε βιομηχανική και δευτερευόντως σε αστική, δεν μπορούσε φυσικά να αφήσει ανεπηρέαστο και το Συνδικαλιστικό  Κίνημα. Μοιραία τα, μόλις, 4 εργατικά σωματεία που προ των Έργων υπολειτουργούσαν με καθεστώς «διαθεσιμότητας» γίνονται 9, πριν καν την ίδρυση του Εθνικού Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Πτολεμαΐδος. Μέχρι δε το τέλος του 1957 φτάνουν τα δεκαεννέα. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα των «ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ ΛΙΓΝΙΤΩΡΥΧΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΕΟΡΔΑΙΑΣ ΝΟΜΟΥ ΚΟΖΑΝΗΣ» του 1951, «ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΤΕΧΝΙΤΩΝ ΚΑΙ  ΕΡΓΑΤΩΝ ΤΥΡΟΚΟΜΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΟΖΑΝΗΣ» του 1952,  «ΚΑΡΑΓΩΓΕΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪΔΟΣ Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΣ» του 1953,   «ΕΚΔΟΡΟΣΦΑΓΕΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪΔΟΣ Η ΝΕΟΤΗΣ» και  «ΑΧΘΟΦΟΡΩΝ ΚΟΜΝΗΝΩΝ Ο ΔΙΓΕΝΗΣ» του 1956.

Η έναρξη των Έργων ήταν η κινητήριος δύναμη, ώστε να επιχειρηθεί από τις αρχές του 1950(με θεμιτές και αθέμιτες αντιδράσεις) απεμπλοκή του εδώ δυναμικού από την Κοζάνη. Κάτι που μερικώς επετεύχθη τον Οκτώβριο του 1956. Τότε είχαμε την άτυπη ίδρυση του Εθνικού Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου στην Πτολεμαΐδα, αρχικά με  τη μορφή του παραρτήματος Κοζάνης. Επακολούθησε η σύνταξη του  Καταστατικού το Μάρτιο του 1957 και τον Νοέμβριο του ιδίου έτους η εκλογή της πρώτης μονίμου και αυτονόμου διοικήσεως με πρόεδρο τον κ. Αλεξάκη(+2000), και Γ. Γραμματέα τον κ. Χατζηπαναγιωτίδη. Η Ιστορία της Εορδαίας είχε γυρίσει σελίδα αφήνοντας την παλιά εικόνα πίσω της για πάντα.

 

 

 

         του Κωνσταντίνου Κόττη

                                                                                      Θεολόγου - Ιστοριοδίφη

                                                             Εξουσιοδοτημένου Ερευνητή του Ιστορικού Αρχείου

                                                                    του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Πτολεμαΐδος

 

 

 

 

Site map

© www.ptolemaida.gr